You are currently viewing “Η μόλυνση του αέρα απειλεί την πολιτισμική κληρονομιά”

“Η μόλυνση του αέρα απειλεί την πολιτισμική κληρονομιά”

Η μόλυνση του αέρα είναι ένας βασικός παράγοντας για την αλλοίωση της επιφάνειας ιστορικών κτιρίων και μνημείων. Η επίδραση των ρύπων που εκπέμπονται στην ατμόσφαιρα για τα υλικά είναι τεράστιος και μη αναστρέψιμος. Η διάβρωση που προκαλείται από χημικά και η κηλίδωση από σωματίδια μπορεί να οδηγήσει σε οικονομικές απώλειες, αλλά ακόμα περισσότερο στην καταστροφή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς που είναι ένα σημαντικό συστατικό της ατομικής και συλλογικής μας ταυτότητας.

Μια πρόσφατη έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το ιταλικό ινστιτούτο περιβαλλοντικής προστασίας και έρευνας (ISPRA) και το Ινστιτούτο διατήρησης και αποκατάστασης της κληρονομιάς (ISCR) έδειξε ότι στη Ρώμη περίπου 3600 πολιτιστικά μνημεία κατασκευασμένα από μπρούντζο βρίσκονται σε κίνδυνο. Ως αντίδραση προς αυτήν την απειλή, η Ιταλία ασχολείται με την ανάπτυξη στρατηγικών και τεχνολογιών για την προφύλαξη των πολιτισμικών στοιχείων μακροπρόθεσμα. Η πρόσφατη έρευνα απέδειξε ότι η απώλεια υλικού ως αποτέλεσμα της μόλυνσης του αέρα υπολογίζεται ανάμεσα στα 5.2 με 5.9 μικρά, ετησίως, για το μάρμαρο και στα 0.30 με 0.35 για τον μπρούντζο. Εκτιμήσεις έγιναν με την χρήση δειγματοληπτικών μεθόδων, εφαρμοσμένων στα πλαίσια του Παγκόσμιου συνεργατικού προγράμματος για την επίδραση της μόλυνσης του αέρα στα υλικά, συμπεριλαμβανομένων των ιστορικών και πολιτισμικών μνημείων (ICP materials) υπό την αιγίδα της σύμβασης της οικονομικής επιτροπής για την Ευρώπη ΟΕΕ για την μεγάλης εμβέλειας διασυνοριακή μόλυνση του αέρα (LRTAP Convention).

Πρόσφατα, μια έρευνα πάνω σε πέντε πολιτιστικά μνημεία που εμπεριέχονται στην λίστα των μνημείων πολιτισμικής κληρονομιάς της UNESCO που βρίσκονται σε διαφορετικές πόλεις της Ευρώπης, έριξε και άλλο φως στα αίτια για την διάβρωση των υλικών. Ενώ υπήρξε μια συνολική μείωση κατά 50% από το 1987 ως αποτέλεσμα του βελτιωμένης ποιότητας αέρα (επίδραση της σύμβασης LRTAP), οι αλλαγές στα πιο πρόσφατα χρόνια έχουν μειωθεί. Τέλος, με τις εκπομπές του διοξειδίου  του θείου να έχουν μειωθεί αισθητά, άλλοι ρύποι, όπως τα οξείδια του αζώτου και αιωρούμενοι ρύποι, παίζουν σχετικά σημαντικό ρόλο στον καθορισμό της τωρινής ζημίας εξαιτίας της διάβρωσης.

Γράφει ο Ιάσων Χαλκίδης, φοιτητής του Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Παν. Μακεδονίας.